Οι άδειες μέρες
Σκιρτούν οι αισθήσεις
Βγάζουνε, μικρές φωνές, απόλαυσης
Κι ύστερα χάνονται, μην και τις αγαπήσεις
Στο δρόμο μιας ιδανικής, δικής τους κόλασης
Πονάει το σώμα
Υποφέρει, στερημένο απ' τις αισθήσεις
Τρέμει τ΄ αχείλι, φιλοδίψασε το στόμα
Δε φτάνει ο έρωτας, που ζεί σε παραισθήσεις
Άδειο χωριό, σωστό ρημάδι
Κορμί λειψό, δε νοιώθει χάδι
Που ΄ναι οι έρωτες, να το φυλάξουν
Καημοί και πόνοι, μην το προφτάσουν
Μόνος σαν είσαι
Μοναχός, θεούς κι ανθρώπους βρίζεις
Κράτα τον πόνο, τα μάτια κλείσε
Στην μοναξιά, συνήθως τ΄ όνειρο γκρεμίζεις
Κόμπος ν΄ αφήσει
Να μη γυρίσει, μακρυά, απ΄ τα δυό σου μάτια
Γλυκιά που είν΄ η προσμονή, κανένας μην τη σβύσει
Μήπως κολλήσουν κάποτε, τα χίλια σου κομμάτια
Άδειο χωριό, σ΄ άδειο κιτάπι
Ήταν γραφτό σου, να μένεις μόνος
Σου δώσαν οι έρωτες, ψωμί κι αλάτι
Ψωμί, αλάτι κι ύστερα ο πόνος
26-04-06
Photo: Meneksedia blog