Τυφλή Ματιά
Βλέπω τις νύχτες να φοράν τα γιορτινά τους
και να χορεύουν με τη σκέψη σου αγκαλιά
μουντό ξημέρωμα να σβήνει στη ματιά σου
όταν το βλέμμα σου φοράς απ΄ τα παλιά
χιλιάδες θύμησες, γνωστοί άγνωστοι τόποι
πόλεις ερείπια που στέκονται γυμνά
εκεί που ξαγρυπνούν κρυφοί σου πόθοι
πλάι σε ποτάμι που χρυσά έχει νερά
αργοπατάς ελάφι άγριο μεθυσμένο
πάνω στα φύλλα τα ξερά του φθινοπώρου
σ΄ αρχαίο ναό σώμα γυμνό και μεταξένιο
ενός πολέμου, τρόπαιο να ΄ναι νικηφόρου
βλέπω τις νύχτες να φοράν τα γιορτινά τους
σ΄ ένα πλατάνι ανεβασμένη να τις βρίσκεις
μέσα στο χέρι σου τ΄ αστέρια, τα παιδιά τους
σαν ξωτικό ή γυνή, ποτέ σου να μη θνήσκεις
αυτά που αιώνες είν΄ ακουμπισμένα
επάνω σε κρυφή, άδολη γη
να γίνονται με το κορμί σου ένα
λάμψη ψυχής, τόπος γιορτής και προσταγή
βλέπω τις ερημιές πάνω στα τρένα
μαντήλια να κουνάνε στους ανθρώπους
κι αυτά που έχτισε η μοίρα τους με κόπους
μοιάζουν με όνειρα στο νου σφιχτοδεμένα
σαν πόση σημασία έχει τι βλέπω
πόσο ο τυφλός το φως μπορεί να δεί
το μέσα μου έχει μάτια στη βροχή
μα να με κυβερνά του επιτρέπω
anthrakoryxos © 21-10-2006 @ 03:04
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου